VI
Ημέρα με την ημέρα το κοριτσάκι μεγάλωνε κι όταν έγινε έξι μηνών το πήρε η μητέρα του και το έστησε όρθιο χάμω, για να ιδεί αν μπόρηγε να στέκεται μόνο του. Και το παιδάκι κάνοντας εφτά βήματα ήρθε και έπεσε στην αγκαλιά της. Και το άρπαξε φιλόστοργα στα χέρια της λέγοντας· δοξάζω τον Κύριο και Θεό μου τον ολοζώντανο, και δεν θα σ' αφήσω κόρη μου να περπατήσεις απάνω σε τούτηνε τη γη, πριχού σε πάω στο ναό του Κυρίου. Και έκανε αγίασμα στην κρεβατοκάμαρη της κοπελούδας και ο,τιδήποτε άσχημο κι ακάθαρτο δεν τ' άφηνε να το περάσουν απ' αυτό το δωμάτιο· και κάλεσε παρθένες κι ανέγγιχτες εβραιοπούλες για νάχουν τη λάτρα της μικρής και καμιά περιποίηση να μην της λείψει. Ώσπου έγινε ενού χρονού το κοριτσάκι και έκανε γιορτάσι μεγάλο ο Ιωακείμ, οπού προσκάλεσε τους ιερείς και γραμματείς μαζί με τους σοφούς γερόντους και όλο το λαό του Ισραήλ. Και ζύγωσε στους ιερείς ο Ιωακείμ την κοπελούδα και εκείνοι την ευλόγησαν λέγοντας· ο Θεός των πατέρων ημών, ευλόγησε την κοπελούδα τούτη και δώσε σ' αυτήν ένα όνομα που νάναι ονομαστό σε όλες τις γενεές. Και φώναξε όλος ο λαός την ώρα κείνη· γένοιτο, γένοιτο, αμήν. Και ύστερα τηνε ζύγωσε στους αρχιερείς και εκείνοι την ευλόγησαν λέγοντας· ο Θεός των υψωμάτων, επίβλεψε σ' αυτή την κοπελούδα και ευλόγησέ τη με την έσχατην ευλογία σου, εκείνη οπού δεν έχει παραπέρα. Και τότε την πήρε η μητέρα της και την ξανάφερε στο αγίασμα της κρεβατοκάμαρης, και της έδωκε το μαστό για να βυζάξει. Και έκανε τραγούδι στον Κύριο και Θεό της η Άννα λέγοντας· θα τραγουδήσω ιερή ωδή στον Κύριο και Θεό μου, οπού με επισκέφτηκε με την αγάπη του και σάρωσε από πάνω μου τα κακολογήματα της έχθρητας· και μου έδωκε ο Κύριος καρπό, που τον νιώθω σαν χάρισμα της μεγάλης του δικαιοσύνης, μονοούσιο και πολυπλούσιο καταντίκρυ στη δοξασμένη του παρουσία. Ποιος θα αναγγείλει το χαρμόσυνο νέο στους υιούς του Ρουβίμ, πως η Άννα θηλάζει; ακούστε με, λοιπόν, ακούστε με, οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ, ακούστε πως η Άννα θηλάζει. Και έβαλε την κορούλα της να πλαγιάσει στην κρεβατοκάμαρη του αγιάσματος, και βγήκε πάλι και φρόντιζε τους καλεσμένους σε κείνο το γιορτάσι, που μετά το δείπνο αποχώρησαν γιομάτοι ευφροσύνη και δοξάζοντας το Θεό του Ισραήλ.
VII
Η παιδίσκη ολοένα μεγάλωνε, το κύλισμα του χρόνου πρόσθετε τους μήνες απάνω στο κορμάκι της, κι όταν έγινε δύο χρονών, τότε λέει ο πατέρας της ο Ιωακείμ· ας την πάμε τώρα στο ναό του Κυρίου, σύμφωνα με την υπόσχεση που δώσαμε στον Κύριο, μη κι αν δεν πάμε μας αποστρέψει το πρόσωπο και δεν το κάνει καλοδεχούμενο το δώρο μας. Και η Άννα του αποκρίθηκε· ας περιμένουμε να γίνει τριών χρονών το κοριτσάκι μας, να μη γυρεύει τον πατέρα ή τη μάνα. Και είπε ο Ιωακείμ· ας περιμένουμε. Και έγινε τριών χρονών η παιδίσκη, και είπε ο Ιωακείμ· φωνάχτε μου τις παρθένες κι ανέγγιχτες εβραιοπούλες κι ας πάρει να κρατεί μιαν αναμμένη λαμπάδα η καθεμιά τους, για να μην κάνει πίσω το κορίτσι και να προχωρήσει προς το ναό του Κυρίου με την καρδιά του κυριεμένη απ' την ιερότητα. Και έκαναν όπως τους είπε και έφτασαν και μπήκαν στο ναό του Κυρίου. Και εκεί την υποδέχτηκε την παιδίσκη ο ιερέας, που, αφού πρώτα τη φίλησε, την ευλόγησε ύστερα και είπε· ο Κύριος έχει κάνει μεγάλο τ' όνομά σου σε όλες τις γενεές· με σένα θα φανερώσει μια μέρα ο Κύριος τη λύτρωση των υιών Ισραήλ, όταν έρθει η υπερκόσμια και μητρική σου ώρα. Και την έβαλε στο τρίτο σκαλοπάτι στο θυσιαστήριο και δέχτηκε τη χάρη του Κυρίου η παιδίσκη,και όπως ήτανε καθισμένη έκανε με τα πόδια της ωσάν να χόρευε χαρούμενες κινήσεις, και όλος ο κόσμος της έδειξε μιαν ατέλειωτη αγάπη.
VIII
Και εβγήκαν οι γονείς της παιδίσκης απ' το ναό του Κυρίου θαυμάζοντας και αινώντας τον ουράνιο δεσπότη, που η μικρή δεν έκανε πίσω, μα αντίθετα, στάθηκε τόσο δεχτική στην ιερότητα, παρά τη νηπιακή της ηλικία. Και εζούσε η Μαρία στο ναό του Κυρίου σαν άσπιλη περιστέρα, τσιμπολογώντας από χέρι αγγέλου την τροφή της.
ολόκληρο εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου