πένθος χαρωπόν= η βαθιά συναίσθηση και το υπέροχο βίωμα της μακαρίας χαρμολύπης , πού υπάρχει και εγκρύπτεται στην ορθόδοξη πνευματικότητα. Αφορμή ένας στίχος του Ν. Καρούζου, από το ποίημα "απολέλυσαι της ασθενείας σου". Όλοι οι ποιητές , είτε το γνωρίζουν , είτε το αρνούνται,είτε το αγνοούν είναι λίγο πολύ χαρμολυπικοί.Η μακαρία χαρμολύπη όμως εντοπίζεται απόλυτα μόνο στους βιωματικούς μυστικούς της ορθόδοξης πνευματικότητας.

Σάββατο

τρία άγνωστα ποιήματα του γιάννη ρίτσου




Διείσδυση
Τα πιο πολλά, τα πιο ωραία,
τα΄δες απ΄την κλειδαρότρυπα- λουλούδια πεσμένα στο πάτωμα
και μέσα στα παπούτσια σου.
Καλύτερα λοιπόν να περπατάς ξυπόλητος
μη σ΄ακούσουν.



Χώρος απορριμάτων
Πίσω απ΄τη μάντρα ,σπασμένα γυαλιά,
σπασμένες στάμνες και κονσερβοκούτια,
τα λυπημένα σκυλιά, οι άγριες γάτες,
πλήθος τσουκνίδες κι ανάμεσά τους ένα μικρό λουλούδι κίτρινο,
σαν άστρο παραμελημένο,
έχει αναλάβει να πληρώσει όλα τα σπασμένα.
Μαζί κι εγώ.




Τ΄άσπρα βότσαλα
Ετούτα τ΄άσπρα βότσαλα στο γυμνό σου τραπέζι
λάμπουν στον ήλιο.
Κανένας δε μαντεύει από ποιους βυθούς ανασύρθηκαν.
Κανέναςδεν υποπτεύεται με το ριψοκίνδυνες καταδύσεις τ΄ανέβασες.
Με τι στερήσεις κι αρνήσεις τ΄απέσπασες
από τα νύχια κοραλλόδεντρων και βράχων.
Γι΄αυτό λαμποκοπούν τόσο λευκά με τη σεμνή τους περηφάνια ν΄αποσκεπάζουν το σκοτάδι της καταγωγής τους
και ποτέ να μην μαρτυρήσουνε την ώρα της Μεγάλης Δίκης.



εδώ

Δευτέρα

...από την υμνολογία της κε΄ νοεμβρίου...

 




Κυβερνωμένη τῇ παλάμῃ ἔνδοξε, τῇ κραταιᾷ τοῦ Χριστοῦ, 


εἰδωλικὴν ζάλην, Μάρτυς ὑπεξέφυγες,

ἀβρόχως ὑπερπλέουσα, 

τοῦ Σταυροῦ τῷ ἱστίῳ,

καὶ θείαις αὔραις τοῦ Πνεύματος, 



ᾄσμα τῷ Θεῷ ἀναμέλπουσα.
   
ωδή α΄τροπάριον γ΄κανόνος αγίας Αικατερίνης

Τετάρτη

ν.καρούζος- fragmenta για την Μάνα του Χριστού





VI 
Ημέρα με την ημέρα το κοριτσάκι μεγάλωνε κι όταν έγινε έξι μηνών το πήρε η μητέρα του και το έστησε όρθιο χάμω, για να ιδεί αν μπόρηγε να στέκεται μόνο του. Και το παιδάκι κάνοντας εφτά βήματα ήρθε και έπεσε στην αγκαλιά της. Και το άρπαξε φιλόστοργα στα χέρια της λέγοντας· δοξάζω τον Κύριο και Θεό μου τον ολοζώντανο, και δεν θα σ' αφήσω κόρη μου να περπατήσεις απάνω σε τούτηνε τη γη, πριχού σε πάω στο ναό του Κυρίου. Και έκανε αγίασμα στην κρεβατοκάμαρη της κοπελούδας και ο,τιδήποτε άσχημο κι ακάθαρτο δεν τ' άφηνε να το περάσουν απ' αυτό το δωμάτιο· και κάλεσε παρθένες κι ανέγγιχτες εβραιοπούλες για νάχουν τη λάτρα της μικρής και καμιά περιποίηση να μην της λείψει. Ώσπου έγινε ενού χρονού το κοριτσάκι και έκανε γιορτάσι μεγάλο ο Ιωακείμ, οπού προσκάλεσε τους ιερείς και γραμματείς μαζί με τους σοφούς γερόντους και όλο το λαό του Ισραήλ. Και ζύγωσε στους ιερείς ο Ιωακείμ την κοπελούδα και εκείνοι την ευλόγησαν λέγοντας· ο Θεός των πατέρων ημών, ευλόγησε την κοπελούδα τούτη και δώσε σ' αυτήν ένα όνομα που νάναι ονομαστό σε όλες τις γενεές. Και φώναξε όλος ο λαός την ώρα κείνη· γένοιτο, γένοιτο, αμήν. Και ύστερα τηνε ζύγωσε στους αρχιερείς και εκείνοι την ευλόγησαν λέγοντας· ο Θεός των υψωμάτων, επίβλεψε σ' αυτή την κοπελούδα και ευλόγησέ τη με την έσχατην ευλογία σου, εκείνη οπού δεν έχει παραπέρα. Και τότε την πήρε η μητέρα της και την ξανάφερε στο αγίασμα της κρεβατοκάμαρης, και της έδωκε το μαστό για να βυζάξει. Και έκανε τραγούδι στον Κύριο και Θεό της η Άννα λέγοντας· θα τραγουδήσω ιερή ωδή στον Κύριο και Θεό μου, οπού με επισκέφτηκε με την αγάπη του και σάρωσε από πάνω μου τα κακολογήματα της έχθρητας· και μου έδωκε ο Κύριος καρπό, που τον νιώθω σαν χάρισμα της μεγάλης του δικαιοσύνης, μονοούσιο και πολυπλούσιο καταντίκρυ στη δοξασμένη του παρουσία. Ποιος θα αναγγείλει το χαρμόσυνο νέο στους υιούς του Ρουβίμ, πως η Άννα θηλάζει; ακούστε με, λοιπόν, ακούστε με, οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ, ακούστε πως η Άννα θηλάζει. Και έβαλε την κορούλα της να πλαγιάσει στην κρεβατοκάμαρη του αγιάσματος, και βγήκε πάλι και φρόντιζε τους καλεσμένους σε κείνο το γιορτάσι, που μετά το δείπνο αποχώρησαν γιομάτοι ευφροσύνη και δοξάζοντας το Θεό του Ισραήλ.
VII

Η παιδίσκη ολοένα μεγάλωνε, το κύλισμα του χρόνου πρόσθετε τους μήνες απάνω στο κορμάκι της, κι όταν έγινε δύο χρονών, τότε λέει ο πατέρας της ο Ιωακείμ· ας την πάμε τώρα στο ναό του Κυρίου, σύμφωνα με την υπόσχεση που δώσαμε στον Κύριο, μη κι αν δεν πάμε μας αποστρέψει το πρόσωπο και δεν το κάνει καλοδεχούμενο το δώρο μας. Και η Άννα του αποκρίθηκε· ας περιμένουμε να γίνει τριών χρονών το κοριτσάκι μας, να μη γυρεύει τον πατέρα ή τη μάνα. Και είπε ο Ιωακείμ· ας περιμένουμε. Και έγινε τριών χρονών η παιδίσκη, και είπε ο Ιωακείμ· φωνάχτε μου τις παρθένες κι ανέγγιχτες εβραιοπούλες κι ας πάρει να κρατεί μιαν αναμμένη λαμπάδα η καθεμιά τους, για να μην κάνει πίσω το κορίτσι και να προχωρήσει προς το ναό του Κυρίου με την καρδιά του κυριεμένη απ' την ιερότητα. Και έκαναν όπως τους είπε και έφτασαν και μπήκαν στο ναό του Κυρίου. Και εκεί την υποδέχτηκε την παιδίσκη ο ιερέας, που, αφού πρώτα τη φίλησε, την ευλόγησε ύστερα και είπε· ο Κύριος έχει κάνει μεγάλο τ' όνομά σου σε όλες τις γενεές· με σένα θα φανερώσει μια μέρα ο Κύριος τη λύτρωση των υιών Ισραήλ, όταν έρθει η υπερκόσμια και μητρική σου ώρα. Και την έβαλε στο τρίτο σκαλοπάτι στο θυσιαστήριο και δέχτηκε τη χάρη του Κυρίου η παιδίσκη,και όπως ήτανε καθισμένη έκανε με τα πόδια της ωσάν να χόρευε χαρούμενες κινήσεις, και όλος ο κόσμος της έδειξε μιαν ατέλειωτη αγάπη.
VIII

Και εβγήκαν οι γονείς της παιδίσκης απ' το ναό του Κυρίου θαυμάζοντας και αινώντας τον ουράνιο δεσπότη, που η μικρή δεν έκανε πίσω, μα αντίθετα, στάθηκε τόσο δεχτική στην ιερότητα, παρά τη νηπιακή της ηλικία. Και εζούσε η Μαρία στο ναό του Κυρίου σαν άσπιλη περιστέρα, τσιμπολογώντας από χέρι αγγέλου την τροφή της.



ολόκληρο εδώ

Δευτέρα

γ.σαραντάρης-εμείς οι έλληνες


Εμείς οι Έλληνες
Που σε χαρούμενα νησιά έχουμε τόπο
Σε άμοιρη στεγνή γη
Που την υγραίνει ευλάβεια στον αιώνα
Η πλούσια ανάμνηση
Ο άφθονος ήλιος
Εμείς ίσαμε τώρα δουλοπάροικοι
Ξένων ξεμωραμένων εξουσιών
Που γέρασαν σαν δέντρα
Μελαγχολικά αγνάντια στον τάφο
Και με παράξενο με αλλόφρονα εγωισμό
Ακόμα μας κρατάν στην αγκαλιά τους
Πουλιά που κρυώνουμε
Και δεν νοιαζόμαστε να στήσουμε
Σε πιο πράσινο χώρο
Τη φωλιά μας
Εμείς πότε θα διαβούμε
Στην τύχη μας μια ώρα που δεν σβήνει
Στα χέρια μας στα νιάτα μας
Μια φούχτα δύναμη και θάρρος
Που τήνε χρειάζεται και χαιρετάει
Ο ζωντανός κόσμος
Η Δύση πού θα βρει καινούριο δρόμο
Για τις ανθρώπινες ψυχές;

Κυριακή

κ.καρυωτάκης-παιδικό



Τώρα η βραδιά,
γλυκιά που φτάνει,
θα μου γλυκάνει
και την καρδιά.

Τ' αστέρια εκεί
θα δω, θα νιώσω
οι άνθρωποι πόσο
είναι κακοί.

Κλαίοντας θα πω:
«Αστρα μου, αστράκια
τ' άλλα παιδάκια
θα τ' αγαπώ.

»Ας με χτυπούν
πάντα κι ακόμα.
Θα 'μαι το χώμα
που το πατούν.

»Αστρα, καθώς
άστρα και κρίνο,
έτσι θα γίνω
τώρα καλός.» 


Ελεγεία και Σάτιρες

Πέμπτη

γ. σαραντάρης-Ὁ λίγος χρόνος τῶν πουλιῶν





Μέσα στὸν ἀπέραντο οὐρανὸ
Ὁ λίγος χρόνος τῶν πουλιῶν
Εἶναι λύπη;
Εἶναι χαρά;
Τὸ φῶς ἔρχεται
Ἐκλέγει τὰ πουλιὰ
Τὸ φῶς δὲν καταστρέφει
Ἀνάμεσά μας πάντοτε ἕνας
Ἐκεῖνος ποὺ μαθαίνει τὰ νιάτα τ᾿ οὐρανοῦ
Καὶ ποὺ πετάει μὲ τὰ πουλιὰ
Μέσα στὸν αἰθέρα.

Σάββατο

δ. σολωμός- η διχόνοια πού βαστάει...


 
 
 
 
Η Διχόνοια που βαστάει
ένα σκήπτρο η δολερή
καθενός χαμογελάει,
"πάρ' το", λέγοντας, "και συ".


Κειο το σκήπτρο που σας δείχνει
έχει αλήθεια ωραία θωριά·
μην το πιάστε, γιατί ρίχνει
εισέ δάκρυα θλιβερά.


Από στόμα οπού φθονάει,
παλληκάρια, ας μην πωθεί,
πως το χέρι σας κτυπάει
του αδελφού την κεφαλή.


Μην ειπούν στο στοχασμό τους
τα ξένη έθνη αληθινά:
"Εάν μισούνται ανάμεσό τους
δεν τους πρέπει ελευθεριά".


Τέτοια αφήστενε φροντίδα·
όλο το αίμα οπού χυθεί
για θρησκεία και για πατρίδα
όμοιαν έχει την τιμή.


Στο αίμα αυτό, που δεν πονείτε
για πατρίδα, για θρησκειά,
σας ορκίζω, αγκαλισθείτε
σαν αδέλφια γκαρδιακά.


Πόσο λείπει, στοχασθείτε,
πόσο ακόμη να παρθεί·
πάντα η νίκη, αν ενωθείτε,
πάντα εσάς θ' ακολουθεί.
 
 
 
 
 
από τον ύμνο εις την ελευθερίαν