«… Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
π’ αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του […]
κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν
κι αυτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π’ άκρη δεν έχει,
χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει,
όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημιά του πλήθους.»
(από το «Μιλώ», Τα Ποιήματα 1956, σελ. 69)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου